Σε 3 συγκεκριμένες παρατηρήσεις-προτάσεις προχώρησε η ΕΛΕΤΑΕΝ(Ελληνική Εταιρεία Αιολικής Εντέργειας) προκείμενου να αποδώσει το νόμο-σχέδιο για μηδενισμό του ΕΛΑΠΕ το 2017.Η πρώτη αναφέρεται σε απαλοιφή του συντελεστή Κy που έχει οριστεί ως η Διοικητικά Οριζόμενη Ετήσια Σταθερά Προσαρμογής της Προσαύξησης Χρέωσης Προμηθευτών του ΕΛΑΠΕ. Η παράμετρος αυτή πρέπει να αντικατασταθεί από τα προκαθορισμένα από το νόμο ποσοστά (50% για την περίοδο 1.10.2016 – 31.12.2016, 75% για το 2017 και 100% από το 2018 και εφεξής).
Η δεύτερη σε απαλοιφή της παραμέτρου RMAX_UC_RESSAγ που έχει οριστεί ως η Διοικητικά Οριζόμενη Μέγιστη Τιμή της Προσαύξησης Χρέωσης Προμηθευτών του ΕΛΑΠΕ.
Τέλος η τρίτη ότι οι χρεώσεις που επιβάλλονται σε κάθε Προμηθευτή, WUC_RESSAp,t,w , ΜUC_RESSAp,t,w και ΜUC_RESSAp,t,w(Y) δεν μπορεί να είναι μικρότερες από ένα ελάχιστο ποσό σε €/MWh το οποίο θα προσδιοριστεί συγκεκριμένα και θα αντανακλά το όφελος που έχει προσδιοριστεί από τις μελέτες που έχει εκπονήσει η ΡΑΕ.
Αναλυτικά η επιστολή αναφέρει:
"Αξιότιμε Κύριε Πρόεδρε,
Με την παρούσα, επιθυμούμε να υποβάλουμε τις απόψεις μας επί της πρότασης του ΛΑΓΗΕ για τη μεθοδολογία για τη χρέωση που επιβάλλεται στους Προμηθευτές σύμφωνα με την υποπερίπτωση (ββ) της περίπτωσης (α) της παραγράφου 3 του άρθρου 23 του ν. 4414/2016 (ΦΕΚ Α΄149/9.8.2016).
Η μεθοδολογία αυτή είναι εξόχως σημαντική διότι από αυτή θα εξαρτηθεί εάν θα εφαρμοσθεί στην πράξη και αποτελεσματικά το γράμμα και το πνεύμα της συγκεκριμένης διάταξης. Πιστεύουμε ότι προς το σκοπό αυτό, η ΡΑΕ οφείλει κατά την αξιολόγηση της πρότασης του ΛΑΓΗΕ να λάβει ισχυρά υπόψη τα αναγραφόμενα στην αιτιολογική έκθεση του ν.4414/2016 προκειμένου να τροποποιήσει όσα πιθανά σημεία της πρότασης αποκλίνουν από το εύρος της εξουσιοδότησης που παρέχει ο νόμος.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του ν.4414/2016 και ειδικότερα του άρθρου 23, με την δια της παρ. 1 τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 143 του ν. 4001/2011 (Α' 179) «…ορίζονται δύο νέες πηγές εσόδων που προέρχονται από τους εκπροσώπους φορτίου που δραστηριοποιούνται στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας».
Η αιτιολογική έκθεση ακολούθως διαπιστώνει ότι «….ο τρόπος συμμετοχής των ΑΠΕ/ΣΗΘΥΑ στον ΗΕΠ, όπως αυτός εφαρμόζεται μέχρι σήμερα, οδηγεί στη διαμόρφωση μίας ΟΤΣ η οποία προκύπτει μειωμένη. Η μείωση αυτή δεν λαμβάνεται υπόψη για τον 2 καθορισμό της αξίας της ενέργειας που χρεώνονται οι Προμηθευτές για την κατανάλωση των Πελατών τους, με φυσικό επακόλουθο τα έσοδα του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ/ΣΗΘΥΑ Διασυνδεδεμένου Συστήματος και Δικτύου από τη συμμετοχή των εκπροσώπων φορτίου στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας να μην ενσωματώνουν τις επιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου» (υπογραμμίσεις δικές μας).
Η έκθεση δηλαδή εντοπίζει την ουσία του προβλήματος, ότι δηλαδή –μέχρι σήμερα- η μείωση της ΟΤΣ λόγω του τρόπου συμμετοχής των ΑΠΕ, οδηγεί στο να μη λαμβάνεται υπόψη η πραγματική αξία της ενέργειας που προμηθεύουν οι Προμηθευτές στους Πελάτες τους. Η αιτιολογική έκθεση ονομάζει το πρόβλημα αυτό «δομική αδυναμία» χρησιμοποιώντας, εύλογα, έναν πιο ήπιο όρο από τον όρο «στρέβλωση» που έχει χρησιμοποιήσει κατά το παρελθόν ο κλάδος.
Η αιτιολογική έκθεση διαπιστώνει επίσης ότι «… ένα σημαντικό μέρος του κόστους ενέργειας, το οποίο θα έπρεπε να αποτελεί τμήμα του ανταγωνιστικού σκέλους τους κόστους ενέργειας για τους προμηθευτές και να απεικονίζεται στο ανταγωνιστικό σκέλος των τιμολογίων, ρυθμίζεται εν τέλει διοικητικά μέσω της ρυθμιζόμενης χρέωσης του ΕΤΜΕΑΡ. ….. Συνεπώς, εκτιμάται ότι το ΕΤΜΕΑΡ απεικονίζει εν μέρει και κόστος ενέργειας που θα πρέπει να αναληφθεί από τους Προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας κατά την αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας την οποία προμηθεύουν τους πελάτες τους».
Δηλαδή, η αιτιολογική έκθεση δέχεται ότι με το μέχρι σήμερα εφαρμοζόμενο σύστημα, το κόστος ενέργειας (που εμπεριέχεται στο ανταγωνιστικό σκέλος των τιμολογίων) που βαρύνει τους Προμηθευτές είναι πιο μικρό από όσο θα έπρεπε. Το ποσό αυτό που θα όφειλε να είναι μέρος του κόστους ενέργειας των Προμηθευτών (και άρα του ανταγωνιστικού σκέλους των τιμολογίων των Προμηθευτών), ενσωματώνεται – κατά την αιτιολογική έκθεση- στο ΕΤΜΕΑΡ. Δηλαδή, οι καταναλωτές επιβαρύνονται με αυξημένο ΕΤΜΕΑΡ προκειμένου το κόστος των Προμηθευτών να είναι μικρότερο, ήτοι το ΕΤΜΕΑΡ επιδοτεί το κόστος των Προμηθευτών. Στην πραγματικότητα, η ορθότερη διατύπωση είναι αυτή που έχει χρησιμοποιήσει στο παρελθόν και η ΕΛΕΤΑΕΝ: οι Ειδικός Λογαριασμός επιδοτεί το κόστος των Προμηθευτών. Διότι όταν το ΕΤΜΕΑΡ και οι λοιποί πόροι του Ειδικού Λογαριασμού δεν επαρκούν να καλύψουν τις εκροές του, τότε δημιουργείται έλλειμμα στο Λογαριασμό, αλλά το όφελος των Προμηθευτών (ήτοι η επί της ουσίας επιδότηση του κόστους τους) παραμένει.
Με βάση όλα τα παραπάνω, ο ν. 4414/2016 όρισε δύο νέες πηγές εσόδων του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ που θα καταβάλλονται από τους Προμηθευτές και οι οποίες «…λαμβάνουν υπόψη και οφέλη από τη διείσδυση των ΑΠΕ στην εκκαθάριση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας» (υπογράμμιση δική μας).
Είναι επομένως σαφές ότι σκοπός της συγκεκριμένης νομοθετικής διάταξης είναι να μεταφέρει στον Ειδικό Λογαριασμό του ΛΑΓΗΕ, σταδιακά, το σύνολο της οικονομικής αξίας που προσφέρουν οι ΑΠΕ και που μέχρι σήμερα καρπώνονταν οι Προμηθευτές. Δεν είναι επομένως ακριβές αυτό που αναγράφεται στη συνοδευτική επιστολή του ΛΑΓΗΕ ότι «το εν λόγω έσοδο (…) αντανακλά την πρόσθετη αξία της ενέργειας από σταθμούς ΑΠΕ/ΣΗΘΥΑ, όπως αυτή προσδιορίζεται λόγω (…) των συνεπαγόμενων θετικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, επιβαρύνοντας αποκλειστικά τους Προμηθευτές».
Η επισήμανση της ανακρίβειας αυτής είναι σημαντική για τον ακόλουθο λόγο: Η λανθασμένη θεώρηση ότι το προβλεπόμενο έσοδο έχει περιβαλλοντική αιτία και είναι ένα βάρος που αναλαμβάνουν αποκλειστικά οι 3 Προμηθευτές, φαίνεται ότι έχει οδηγήσει το ΛΑΓΗΕ να εισάγει στην πρότασή του παραμέτρους οι οποίες – αναλόγως του πώς θα ποσοτικοποιηθούν- είναι δυνατό να οδηγήσουν σε σημαντική υποτίμηση του προβλεπόμενου εσόδου, προκειμένου να προστατευθούν οι Προμηθευτές.
Περαιτέρω, η λανθασμένη αυτή θεώρηση δημιουργεί πιθανόν τη βάση για να προσβληθεί η νομιμότητα του συγκεκριμένου εσόδου, αφού εάν αυτό θεωρηθεί λανθασμένα ότι έχει ως αιτία την περιβαλλοντική προστασία τότε πιθανόν να θεωρηθεί (λανθασμένα) ότι έχει χαρακτήρα φόρου. Κάτι τέτοιο φυσικά δεν ισχύει αφού η αιτιολογική έκθεση αποσαφηνίζει και τεκμηριώνει ότι πρόκειται για μια οικονομική αξία που καρπώνονταν οι Προμηθευτές και τώρα επιστρέφει εκεί που ανήκει.
Με βάση τα ανωτέρω, οι συγκεκριμένες παρατηρήσεις μας είναι:
1) Πρέπει να απαλειφτεί από όλες τις εξισώσεις (σελ. 4, 5) η παράμετρος kγ που έχει οριστεί ως η Διοικητικά Οριζόμενη Ετήσια Σταθερά Προσαρμογής της Προσαύξησης Χρέωσης Προμηθευτών του ΕΛΑΠΕ. Η παράμετρος αυτή πρέπει να αντικατασταθεί από τα προκαθορισμένα από το νόμο ποσοστά (50% για την περίοδο 1.10.2016 – 31.12.2016, 75% για το 2017 και 100% από το 2018 και εφεξής). Είναι προφανές ότι η ανάθεση σε μια Αρχή του ορισμού τιμών που έχουν προκαθοριστεί από το ν.4414/2016 δεν είναι νόμιμη.
2) Πρέπει να απαλειφτεί από όλες τις εξισώσεις (σελ. 4, 6) η παράμετρος RMAX_UC_RESSAγ που έχει οριστεί ως η Διοικητικά Οριζόμενη Μέγιστη Τιμή της Προσαύξησης Χρέωσης Προμηθευτών του ΕΛΑΠΕ. Ο πιθανός – δια της παραμέτρου αυτής- περιορισμός του εσόδου που θα καταβάλουν οι Προμηθευτές υπερβαίνει το εύρος της νομοθετικής εξουσιοδότησης και αντίκειται στο σκοπό του νόμου.
3) Πρέπει να οριστεί ότι οι χρεώσεις που επιβάλλονται σε κάθε Προμηθευτή, WUC_RESSAp,t,w , ΜUC_RESSAp,t,w και ΜUC_RESSAp,t,w(Y) δεν μπορεί να είναι μικρότερες από ένα ελάχιστο ποσό σε €/MWh το οποίο θα προσδιοριστεί συγκεκριμένα και θα αντανακλά το όφελος που έχει προσδιοριστεί από τις μελέτες που έχει εκπονήσει η ΡΑΕ. Έτσι θα αποφευχθεί να δίνεται κίνητρο στις καθετοποιημένες επιχειρήσεις να υποβάλουν προσφορές κατά τέτοιο τρόπο ώστε να διατηρούν τεχνητά χαμηλά τη χρέωση στον Προμηθευτή του ίδιου ομίλου.
Στην προσπάθεια να ερμηνεύσουμε πώς παρεισέφρησαν τέτοιες παράμετροι (βλ. σημεία 1 και 2 ανωτέρω) στην προτεινόμενη μεθοδολογία κάναμε τη σκέψη ότι πιθανόν ο ΛΑΓΗΕ παρανόησε τη σημασία της εξουσιοδοτικής διάταξης σύμφωνα με την οποία: «Η μεθοδολογία μπορεί να λαμβάνει υπόψη παραμέτρους οι οποίες καθορίζονται με απόφαση της Ρ.Α.Ε. που εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του Λειτουργού της Αγοράς και του Διαχειριστή του Συστήματος και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Είναι προφανές ότι οι παράμετροι αυτοί δεν μπορούν να αλλοιώνουν την ουσία της διάταξης ούτε να ανατρέπουν το ποσοτικό αποτέλεσμά της όπως με σαφήνεια περιγράφεται από την ίδια τη διάταξη αλλά και από την αιτιολογική έκθεση. Άλλωστε, μόλις στο προηγούμενο εδάφιο ο νομοθέτης έχει δώσει ενδεικτικά παραδείγματα παραμέτρων που μπορεί να ληφθούν υπόψη αναφέροντας: «Η χρέωση αυτή μεταβάλλεται ανά περίοδο κατανομής ή άλλη χρονική περίοδο, βάσει συγκεκριμένων παραμέτρων, όπως ιδίως η συμμετοχή των Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. στην κάλυψη του φορτίου ή το επίπεδο της συνολικής ζήτησης».
Με τις τρεις αυτές διορθώσεις, θεωρούμε ότι η μεθοδολογία μπορεί να οδηγήσει στην αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου.
Τέλος, θεωρούμε θετική την πρόταση για τη διασφάλιση του ρίσκου του ΛΑΓΗΕ. Στην ίδια κατεύθυνση θεωρούμε ότι θα ήταν εξαιρετικά σημαντικό να ανατεθεί στο ΛΑΓΗΕ η ευθύνη και αρμοδιότητα είσπραξης του ΕΤΜΕΑΡ κατευθείαν –χωρίς της μεσολάβηση του ΑΔΜΗΕ- με τη λήψη από αυτόν κατάλληλων εγγυήσεων όπως στο παρελθόν έχει ζητήσει ο ΛΑΓΗΕ. Με τον τρόπο αυτό θα διευκολυνθεί σημαντικά η ταμειακή ροή προς τον Ειδικό Λογαριασμό. Παραμένουμε στη διάθεσή σας για κάθε διευκρίνιση.
με εκτίμηση,
Δρ. Ιωάννης Τσιπουρίδης Πρόεδρος ΔΣ Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας - ΕΛΕΤΑΕΝ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου